Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»
Advertisement

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»

Μέχρι δακρύων …

Ήταν μια μέρα δυο πατεράδες και τσακωνόντουσαν ποιανού το παιδί ήταν πιο χαζό. Λέει ο πρώτος:

– «Άσε ο δικός μου γιος είναι πολύ χαζός.»

– «Τι λες τώρα;» λέει ο άλλος, «ο δικός μου είναι πιο χαζός, κοίταξε να δεις. Έλα δω γιόκα μου. Πάρε ένα ευρώ και πήγαινε πάρε μου ένα πιάνο. Τον είδες; Πάει.»

– «Που να δεις τον δικό μου» λέει ο άλλος, πρόσεξε «έλα εδώ γιόκα μου, πήγαινε στο καφενείο να δεις άμα είμαι εκεί. Τον είδες τον μαλάκα πάει!…»

Μετά από λίγη ώρα τα δύο παιδιά συναντιούνται στο δρόμο και λέει ο ένας:

– «Τι μαλάκας που είναι ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα ευρώ να του αγοράσω πιάνο και δεν μου είπε τι μάρκα θέλει.»

– «Που να δεις ο δικός μου,» λέει ο άλλος «με έστειλε να δω άμα είναι στο καφενείο λες και δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο!»